Χώρος μισοσκότεινος. Ράφια μισοάδεια. Μερικά σακουλάκια με όσπρια και ζυμαρικά, κάποιες κονσέρβες, 4-5 πακέτα χαρτοπετσέτες, λίγα χαρτιά υγείας, απορρυπαντικά. Και στο πάτωμα, τελάρα με λιγοστά επίσης είδη μαναβικής.
Μαγαζί για ώρα ανάγκης. Από αυτά που επισκέπτεσαι όταν άξαφνα διαπιστώνεις ότι σου λείπει κάτι από το σπίτι, που όμως χρειάζεσαι άμεσα. Έχεις βάλει τον αρακά για τσιγάρισμα και ανακαλύπτεις ότι ξέχασες να πάρεις άνηθο; Ξέμεινες από υγρό για τα πιάτα; Κανένα πρόβλημα. Πετάγεσαι στο μπακαλικάκι της γειτονιάς. Αν έχει απομείνει κανένα στη γειτονιά σου. Μπορεί οι τιμές του να είναι λίγο «τσιμπημένες», αλλά πώς θα επιβιώσει κι αυτό; Με πέντε πραγματάκια από το κάθε είδος τι κέρδος να βγάλει; Δε φτάνει που το θυμάσαι μόνο όταν το ΄χεις ανάγκη. Και οι συσκευασίες όλες σε μικρή ποσότητα. Μικρά σαμπουάν, μικρό κουτί νες καφέ, μικρά μπουκάλια με φωτιστικό μπλε οινόπνευμα, μικρή οδοντόκρεμα. Είπαμε, για ώρα ανάγκης.
Στο βάθος, σ’ ένα γραφειάκι με ταμειακή μηχανή, μια γυναίκα κοιτάζει στο δρόμο από τη τζαμαρία. Στο πεζοδρόμιο, όρθιο μακρόστενο ψυγείο γνωστής μάρκας αναψυκτικού. Σχεδόν άδειο κι αυτό. Με λίγες μπύρες, μικρά εμφιαλωμένα νερά, πορτοκαλάδες, λεμονάδες και μερικές σοκολάτες. Από πάνω μια σχισμένη, υφασμάτινη μπεζ τέντα συμπληρώνει την παρακμιακή εικόνα. Και στο τζάμι της πόρτας το χάρτινο «σουρεάλ» σημείωμα με μεγάλα κεφαλαία γράμματα: «ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ POS»…