Τρίτη, 14 Νοεμβρίου 2017 21:32

Η Γιούλικα Σκαφιδά ανάμεσα στον Ίψεν και τον Καζαντζάκη

Η Γιούλικα Σκαφιδά ανάμεσα στον Ίψεν και τον Καζαντζάκη

Η Γιούλικα Σκαφιδά στο λιμάνι της Καλαμάτας με φόντο την πλαγιά της Βέργας

Συνέντευξη στη Μαρία Νίκα 

Για δύο πρεμιέρες ετοιμάζεται αυτές τις μέρες η Γιούλικα Σκαφιδά. Τον “Πέερ Γκυντ” του Ερρίκου Ίψεν, που ανεβαίνει 23 Νοεμβρίου στο Εθνικό Θέατρο, και τον “Καζαντζάκη” του Γιάννη Σμαραγδή που βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες στο τέλος του μήνα. Ταυτόχρονα βρίσκει χρόνο να προετοιμαστεί και για τον Μαραθώνιο της Αθήνας. Η γνωστή Καλαματιανή ηθοποιός, κάτοχος του θεατρικού βραβείου Μελίνα Μερκούρη, μίλησε στην Kalamata Journal για τη συμμετοχή της στα δύο έργα, τη σειρά του Alpha “Κόκκινο νυφικό” όπου πρωταγωνιστεί, τη σχέση της με τον αθλητισμό και φυσικά την Καλαμάτα…

-Εθνικό Θέατρο, Ίψεν…
“Πέερ Γκυντ” στην Κεντρική Σκηνή - κτήριο Τσίλλερ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη, ο οποίος παίζει κι όλας. Ένας 20μελής θίασος, με τη Στεφανία Γουλιώτη, τον Δημήτρη Μοθωναίο, τον Γιώργη Τσουρή, τη Νάνσυ Μπούκλη, τον Ιερώνυμο Καλετσάνο, τον Σπύρο Τσεκούρα… Υπάρχουν πολλοί ρόλοι σε αυτό το φανταστικό, ποιητικό έργο, που δεν παίζεται συχνά γιατί είναι δύσκολο, ο λόγος είναι έμμετρος και έχει μεγάλη διάρκεια.

gioulika2.jpg-Ποιος είναι ο Πέερ Γκυντ;
Είναι ένας άλλος Δον Κιχώτης, που με όπλο τη φαντασία και ίσως τις ψευδαισθήσεις του για τη ζωή, προχωράει. Και τον βλέπουμε από τη μικρή μέχρι τη μεγάλη πια ηλικία, να περνά διάφορες φάσεις, να γνωρίζει ανθρώπους, να αρνείται την πραγματικότητα. Όλοι κάνουμε δύο και τρεις ρόλους. Εγώ είμαι η “Πράσινη γυναίκα” και ο “Παράξενος ταξιδιώτης”. Συναντά πολλούς χαρακτήρες ο Πέερ Γκυντ στα ταξίδια του. Άλλοι είναι άνθρωποι, άλλοι ξωτικά, κάποιοι δεν έχουν ανθρώπινη υπόσταση 100%. Είναι ένα ποίημα αυτό το έργο με πολλές αλήθειες για τη ζωή, αρκετά βιογραφικό, γιατί έχει αναφορές στον πατέρα, τη μητέρα του Ίψεν…

-Σε λίγες μέρες βγαίνει στις αίθουσες και ο “Καζαντζάκης”. Ποιο ρόλο έχεις στην ταινία;
Δεν είναι μεγάλος, αλλά είναι καθοριστικός. Υποδύομαι την Ίτκα, μια εβραιοπούλα, την οποία γνωρίζει ο Καζαντζάκης στο Βερολίνο. Είναι κομμουνίστρια και κατά κάποιο τρόπο τον μυεί στον κομμουνισμό. Ζουν μια θυελλώδη ερωτική σχέση. Η Ίτκα είναι η απάντηση σε όσους λένε ότι ο Καζαντζάκης ήταν μισογύνης και ότι δεν ερωτεύτηκε καμιά γυναίκα. Βλέπουμε ότι έζησε έναν παθιασμένο έρωτα με αυτή την κοπέλα, όχι με μεγάλη διάρκεια, αλλά για όσο κράτησε. Την αναφέρει και στις επιστολές του προς τη γυναίκα του, είναι ένας άνθρωπος που φαίνεται ότι τον στιγμάτισε. Η Ίτκα δεν είχε καλό τέλος, εκτελέστηκε, αλλά υπήρξε μία από τις γυναίκες - σταθμούς στη ζωή του Καζαντζάκη. Τα γυρίσματά μας έγιναν στο Λαύριο, υποτιθέμενο Βερολίνο, στη Σαλαμίνα και σε κάποια μέρη στην Αθήνα. Στήσαμε μια πολύ ωραία σκηνή όπου οι δυο τους περπατάνε σε δρόμους του Βερολίνου και βλέπουν την εξαθλίωση των ανθρώπων που τρώνε απ’ τα σκουπίδια. Αυτή η κοπέλα ουσιαστικά ξυπνάει μια συνείδηση στον Καζαντζάκη, ο οποίος μέχρι εκείνη τη στιγμή έβλεπε πολύ θεωρητικά το τι πρέπει να γίνει στον κόσμο. Και ξαφνικά αντικρίζει την ασχήμια του κόσμου μπροστά του. Νομίζω ότι εκτός από το ερωτικό, αυτή η γυναίκα έπαιξε σίγουρα κάποιο ρόλο στα παραπέρα γραπτά του.

-Εν τω μεταξύ έχει ξεκινήσει στον Alpha το “Κόκκινο νυφικό”…
Σε σκηνοθεσία Ανδρέα Γεωργίου και σενάριο της Βάνας Δημητρίου. Μια μαύρη κωμωδία που νομίζω θα αγαπηθεί. Χαίρομαι γιατί παίζω με φίλους μου και περνάμε πολύ καλά στη δουλειά. Την Ευδοκία Ρουμελιώτη, τη Δανάη Σκιάδη, τον Νίκο Πουρσανίδη, τον Δημήτρη Κουρούμπαλη. Ο Θεοχάρης Ιωαννίδης είναι ο ντέντεκτιβ και οι τρεις κοπέλες είμαστε οι βοηθοί του. Λίγο “Άγγελοι του Τσάρλυ”, αλλά στη γκάφα τους.

-Έχεις και κοινωνική δράση. Σε έχουμε δει στο δρόμο να πουλάς το περιοδικό «Σχεδία» για τους πρώην άστεγους, αλλά και σε σποτάκι για πρόληψη από τον ιό του έιτζ…
Είναι ωραίο να χρησιμοποιούμε την αναγνωρισιμότητά μας για κοινωνικό σκοπό. Και είμαι πολύ χαρούμενη που οι άνθρωποι της “Σχεδίας” με σκέφτηκαν, όπως και οι άνθρωποι του Κέντρου Ζωής, με το σποτάκι για το έιτζ. Είναι τιμητικό για μένα. Ως πολίτης αυτής της κοινωνίας θεωρώ ότι είναι χρέος μου, δεν το κάνω για να φτιάξω το προφίλ μου.

-Ασχολείσαι με πολλά πράγματα μαζί. Πώς προλαβαίνεις; Είναι θέμα πειθαρχίας;
Πράγματι έχω πειθαρχία και νομίζω ότι το επάγγελμά μας είναι παρεξηγημένο, γιατί υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί αλλά δεν κάνουμε όλοι την ίδια δουλειά. Δηλαδή, αν ρωτήσεις κάποιον τι πιστεύει ότι κάνει ένας ηθοποιός, μπορεί να σου πει ότι δουλεύει λίγο, πληρώνεται πολύ και τρέχει όλη μέρα σε πάρτυ. Ίσως ισχύει για κάποιους, αλλά για κάποιους άλλους που κάνουμε μια άλλη δουλειά δεν ισχύει. Ένας ηθοποιός που δουλεύει στο θέατρο δε μπορεί να μην είναι στρατιώτης και πειθαρχημένος. Θα τον πετάξει έξω σαν κύμα. Χρειάζεται συνεχής δουλειά και συνεχής εξέλιξη, να είσαι ενημερωμένος, να ξέρεις για τη μουσική, το θέατρο, το σινεμά. Είσαι σε μια παράσταση όπως ο “Πέερ Γκυντ”. Ο Ίψεν μιλάει για τα δάση της Νορβηγίας. Πώς θα τα πεις αυτά αν δεν ψάξεις τι είναι η Νορβηγία, τα δάση της; Εντάξει, προφανώς δε θα πας εκεί να τα δεις, αλλά πρέπει να ασχοληθείς, να μελετήσεις κάποια πράγματα. Και να εξασκηθείς πολύ. Για μένα η πειθαρχία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο και είναι κάτι που απέκτησα από τον αθλητισμό, γιατί πολύ μικρή έπρεπε να κάνω θυσίες, να στερηθώ κάποια πράγματα, οπότε δε μου είναι ξένο. Παρότι εκ πρώτης όψεως φαίνεται να μην υπάρχει κοινό ανάμεσα στον αθλητισμό και την υποκριτική, νομίζω ότι η πειθαρχία ενός αθλητή είναι παρόμοια με τη ζωή ενός ηθοποιού, κυρίως θεατρικού. Υπάρχουν δύο κατηγορίες ηθοποιών. Οι πιο “γκλάμουρους”, που βλέπουμε πιο πολύ στα “Μέσα”, και μια άλλη, οι άνθρωποι πιο χαμηλών τόνων, που δουλεύουν ήσυχα, με προτεραιότητα τη δουλειά και όχι την προσωπική τους ζωή.

gioulika4.jpg-Στον αθλητισμό τι έκανες;
Ήμουν αθλήτρια χρόνια στο Μεσσηνιακό Γυμναστικό Σύλλογο, πέρασα και λίγο από τον “Ποσειδώνα” στο μπάσκετ. Θυμάμαι, όταν ο μπαμπάς μου (ο παλιός ποδοσφαιριστής Άγγελος Σκαφιδάς) ήταν προπονητής στον Μεσσηνιακό, πήγαινα κι εγώ “σφήνα” κι έτρεχα μαζί με τους ποδοσφαιριστές κάποιες φορές. Μεγάλωσα στο γήπεδο, είχα πάντα πολύ καλή σχέση με το σώμα μου, έκανα κολύμπι, ποδήλατο. Στην Αθήνα πέρασα μια μικρή φάση με τα γυμναστήρια και τις εναλλακτικές γυμναστικές, αλλά επέστρεψα στο τρέξιμο που είναι η μεγάλη μου αγάπη. Μου δίνει ενέργεια και διαύγεια για να συνεχίσω τη μέρα μου. Και μου θυμίζει τα χρόνια μου στην Καλαμάτα.

-Το 2014 σου απονεμήθηκε το Βραβείο Μερκούρη για την καλύτερη νέα ηθοποιό του Θεάτρου. Τι σημαίνει αυτό για σένα;
Το βραβείο ήταν για δύο παραστάσεις όπου συμμετείχα τότε στο Εθνικό Θέατρο, “Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα” με σκηνοθέτη τον Γιάννη Χουβαρδά και τον “Ορφέα στον Άδη” σε σκηνοθεσία Μπάρμπαρας Βέμπερ. Ήταν μεγάλη χαρά και τιμή, είναι σημαντικό να νιώθεις ότι έχεις και την αποδοχή των ανθρώπων του χώρου, από τους οποίους αποτελείται η κριτική επιτροπή. Αλλά και ευθύνη ότι πρέπει πια να είμαι ακόμη πιο προσεκτική στις δουλειές μου. Είχα στη βιβλιοθήκη μου για ένα χρόνο την καρφίτσα της Μελίνας Μερκούρη! Ήταν ένα καλός σύντροφος τις δύσκολες μέρες, μετά από μια πρόβα που δε λειτούργησε, μια άσχημη κριτική, μετά από μια παράσταση που μπορεί να μην πήγαν καλά τα πράγματα. Ακούγεται λίγο αφελές αυτό που λέω, αλλά ήταν μια παρηγοριά το βραβείο, μια δύναμη ενεργειακά. Και στεναχωρήθηκα όταν αποχωρίστηκα την καρφίτσα.

gioulika3.JPG-Δεν ανησυχούσες μήπως χαθεί, μέχρι να την επιστρέψεις για να την πάρει η επόμενη βραβευθείσα;
Είχα πολύ άγχος όταν την πήρα, γιατί είχα ακούσει από συναδέλφους μου, τα προηγούμενα χρόνια, ότι την πήγαιναν κατευθείαν σε θυρίδα. Αλλά σκέφτηκα, τι νόημα έχει αν δεν έχω τη χαρά να τη βλέπω κάθε μέρα στο σπίτι; Έτσι την έβαλα στη βιβλιοθήκη πίσω από το τζάμι. Και πήγαν όλα καλά. Ευτυχώς δε χάθηκε. Την έδειξα σε φίλους, μοιράστηκα τη χαρά μου.

-Από το ξεκίνημά σου μέχρι σήμερα έχεις κάνει πολλά και διαφορετικά πράγματα στο Θέατρο, τον Κινηματογράφο, την Τηλεόραση…
Είχα τη χαρά να συναντήσω ανθρώπους σπουδαίους από τους οποίους ρούφηξα όσο πιο πολλά μπορούσα. Γιατί νομίζω ότι στην αρχή της καριέρας σου πρέπει να συλλέγεις πληροφορίες από παντού μέχρι να αποκτήσεις τη δική σου προσωπικότητα. Από εκεί και πέρα οι επιλογές θα σε καθορίσουν. Αλλά στην αρχή είναι πολύ σημαντικά τα ερεθίσματα. Όσο ήμουν στη σχολή, 19-20 χρονώ, δε φαντάστηκα ποτέ ότι θα κάνω καριέρα. Τελείωσα τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών το 2004. Η πρώτη δουλειά ήταν με το δάσκαλό μου τότε, Κώστα Κουτσομύτη, στα “Παιδιά της Νιόβης” το 2002, δευτεροετής ακόμη στη σχολή. Ήμουν ένα παιδί από τη Ναυπηγική, που έκανε εργαστήρια τόρνου και ναυπηγικού σχεδίου, και ξαφνικά βρέθηκα στη δραματική σχολή να κάνω ξιφασκία και δραματολογία, να μαθαίνω για Σαίξπηρ και Αναγνωστάκη. Αλλά ήμουν ανοιχτή σε οτιδήποτε δημιουργικό και νομίζω ότι αυτό με “έσωσε” και βέβαια η προσωπική μου δουλειά.

-Πώς είναι να ψάχνεις δυο φορές το χρόνο για δουλειά;
Θέλει ψυχραιμία και να πηγαίνεις και σε καμιά οντισιόν. Εγώ πηγαίνω αν βλέπω ότι κάτι με ενδιαφέρει. Δε θα περιμένω να χτυπήσει το τηλέφωνο. Έτσι πήγα στον Σμαραγδή. Έμαθα ότι έψαχνε γυναίκες ηθοποιούς από 25-35. Ίσως ήμουν λίγο μεγαλύτερη αλλά το ρίσκαρα, και είπα θα πάω γιατί δεν τον ξέρω τον άνθρωπο και θέλω να δοκιμαστώ. Σκέφτηκα ότι μια ταινία για τον Καζαντζάκη θα ήταν φοβερή εμπειρία και χαίρομαι που πήγα. Δε φοβάμαι τις οντισιόν. Είναι λίγο ταμπού για τους ηθοποιούς που είναι αναγνωρίσιμοι, αλλά δε σημαίνει ότι σε απορρίπτει κάποιος αν δεν πάρεις τη δουλειά, μπορεί απλώς να μην ταιριάζεις στο συγκεκριμένο ρόλο, να ψάχνει κάτι άλλο ο σκηνοθέτης. Γενικά δεν περιμένω να χτυπήσει το τηλέφωνο. Όταν με ενδιαφέρει κάτι, την κυνηγάω τη δουλειά. Και μ’ αρέσει αυτό, με κάνει να αισθάνομαι ότι είμαι ακόμη μικρή και στην αρχή.

Φωτογραφίες:

1. Από τις πρόβες στον "Πέερ Γκυντ" με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Λιγνάδη

2. Για τρέξιμο σε αγώνες στην Πάτμο (φωτο Ηλίας Λέφας)

3. Με το βραβείο και την καρφίτσα της Μελίνας Μερκούρη